Η Β2Β διαμεσολάβηση κοστίζει λιγότερο από τη δικαστική διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μήνες ή χρόνια. Περίπου το 80% των υποθέσεων διαμεσολάβησης επιλύονται. Πάνω από το 95% αυτών των υποθέσεων διευθετούνται εντός μιας εργάσιμης ημέρας.
Η Β2Β διαμεσολάβηση χρησιμοποιείται διεξοδικά πολύ καλλίτερα ακόμη και όταν δεν υπάρχει οξεία διένεξη, καθώς η παρουσία διαμεσολαβητή, ως γνώστη των αρχών και των τεχνικών της διαμεσολάβησης, στη διάρκεια διαπραγματεύσεων για το κλείσιμο συμφωνιών, επιταχύνει τις εξελίξεις και βοηθά αποτελεσματικά τα μέρη επιτυγχάνοντας την επίλυση και τη συμφωνία.
Η Β2Β διαμεσολάβηση λειτουργεί ανεξάρτητα από το αποδεικτικό υλικό και έξω από τα στεγανά του δίκαιου ή του άδικου, με απόλυτη ευελιξία στη διαδικασία, της οποίας εγγυητής είναι ο διαμεσολαβητής και με γνώμονα τη συνεκτίμηση των συμφερόντων των εμπλεκόμενων μερών και την προοπτική ως επιχειρήσεις αποσκοπώντας στην οικονομική προοπτική και ευημερία τους.
Ο διαμεσολαβητής θα βοηθήσει τα μέρη να ξεκαθαρίσουν τις ενδεχόμενες παρεξηγήσεις που προϋπάρχουν, θα διακριβώσει τις ανάγκες και τις ανησυχίες της κάθε πλευράς και θα διακρίνει τις περιοχές της πιθανής συμφωνίας, τις οποίες θα βοηθήσει να αναδειχτούν και να αποτελέσουν τη βάση της διαπραγμάτευσης της συμφωνίας, ώστε τα μέρη να επιλύσουν τη διαφορά τους.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι εμπιστευτική συνεπώς οτιδήποτε συζητείται στη διάρκεια της διαμεσολάβησης και για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη προστατεύεται από το απόρρητο και το καθήκον της εμπιστευτικότητας. Το σύνολο των στοιχείων τα οποία κοινολογούνται στη διάρκεια της διαμεσολάβησης και στο πλαίσιο αυτής είναι απόρρητα. Το απόρρητο της διαμεσολάβησης συμβάλλει στη δημιουργία ατμόσφαιρας εμπιστοσύνης την οποία χρειάζονται τα μέρη, προκειμένου να συμμετέχουν σε μια ειλικρινή συζήτηση σχετικά με το πλήρες φάσμα των πιθανών λύσεων της διαφοράς τους, ενώ θα είναι πιο επιφυλακτικά στο να προτείνουν ή να εξετάσουν επιλογές και προτάσεις με τον φόβο ότι σε πιθανή δίκη μπορεί να εκληφθούν ως παραχώρηση και να στραφούν εναντίον τους.
Ο διαμεσολαβητής διευκολύνει την ανοιχτή επικοινωνία μεταξύ των μερών και συμβάλλει στη βελτίωση των σχέσεων, όπου είναι δυνατό, ώστε αυτή η στρατηγική να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και όταν τα μέρη πρέπει να συνεχίσουν να συνεργάζονται στο μέλλον.
Η διάρκεια της δίκης είναι χρονοβόρα και επίπονη με συγκρούσεις και νομικά προσχώματα, που οδηγούν σε αναποτελεσματικές αναβολές και καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης. Η συμμετοχή των εμπλεκόμενων μερών στη δίκη είναι σχεδόν παθητική με τον κύριο λόγο στους δικηγόρους και στους μάρτυρες. Στη διαμεσολάβηση τα μέρη συμμετέχουν ενεργά και αναζητούν από κοινού μια δημιουργική λύση που θα τους οδηγήσει στην συμφωνία.
Κάθε μέρος, επιβαρύνεται με την αμοιβή του διαμεσολαβητή ισότιμα, με την αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του, καθώς και με την αμοιβή τυχόν εμπειρογνωμόνων και τεχνικών του συμβούλων, που χρησιμοποίησε στη διαδικασία.
Στην αγγλοσαξονική θεωρία και πράξη γίνεται συχνά λόγος για τα «4 Cs» τα οποία χαρακτηρίζουν τη διαμεσολάβηση:
Consensus (η συναίνεση), έχει την έννοια ότι η διαδικασία της διαμεσολάβησης και η έκβασή της εξαρτάται καθ’ ολοκληρία από τη βούληση των μερών,
Continuity (η συνέχεια), έχει την έννοια ότι η διαμεσολάβηση επιτρέπει τη διατήρηση των επαγγελματικών σχέσεων μεταξύ των αντίμαχων πλευρών (on-going relationship), εν αντιθέσει με τη δίκη που οδηγεί τις σχέσεις των διαδίκων σε ανιούσα κλιμάκωση της έριδος,
Control (ο έλεγχος), έχει την έννοια ότι στη διαμεσολάβηση η εξέλιξη της υπόθεσης εξαρτάται από τη διάθεση των μερών για την ανεύρεση της πιο κατάλληλης γι’ αυτούς λύσης,
Confidentiality (η εχεμύθεια), εκφράζει την αρχή της εμπιστευτικότητας που ισχύει σε όλες τις συζητήσεις και πράξεις των ενδιαφερομένων και συμμετεχόντων μερών (άρθρο 5 του νόμου).
Με τη διαμεσολάβηση μπορούμε μαζί το διαμεσολαβητή να αποτρέψουμε νωρίτερα τις μικρές διαφορές απόψεων που μπορούν μερικές φορές να μετατραπούν σε πολύ μεγαλύτερα προβλήματα.
Ο διαμεσολαβητής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης διασφαλίζει την ισόρροπη διαπραγματευτική ισχύ των μερών.
Η Β2Β διαμεσολάβηση δεν έχει να κάνει με τη νίκη ή την ήττα για τα εμπλεκόμενα μέρη και η επιτυχία της συμφωνίας τους είναι στο να μείνουν τα μέρη ικανοποιημένα από την επίλυση της σύγκρουσης (win-win).